- τετραστοιχία
- τετρα-στοιχία, ἡ,A four divisions of the spindle berry, Thphr.HP3.18.13.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τετραστοιχία — τετραστοιχίᾱ , τετραστοιχία four divisions fem nom/voc/acc dual τετραστοιχίᾱ , τετραστοιχία four divisions fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τετραστοιχία — ἡ, Α [τετράστοιχος] διάταξη σε τέσσερεις στοίχους … Dictionary of Greek
τετραστοιχίαν — τετραστοιχίᾱν , τετραστοιχία four divisions fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)